Κυριακή, 18 Ιουνίου 2017

Παύσις μνημοσύνου και διακοπή πάσης εκκλησιαστικής κοινωνίας

5a08b7b455c29c304dabcd194521e2e1_XL.jpg
ΠΑΥΣΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΑΣΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
π. Τζούρας Φώτιος
Προς: Μητροπολίτην Σιδηροκάστρου κ. Μακάριον
Αριθμός Πρωτοκόλλου 1
Σταυροδρόμι: 18-06-2017
        Σεβασμιώτατε·
        « ‘Εχρην μέν ήμας άεί της έαυτων συναισθανομένους άναξιότητος σιγήν άγειν, καί Θεω τήν των ήμαρτημένων ήμίν προσάγειν έξομολόγησιν. ‘Αλλ’ έπειδή πάντα καλά έν καιρω αύτων, όρώ δέ τήν  ‘Εκκλησίαν, ήν ό Θεός ώκοδόμυσην έπι τω θεμελίω των ‘Αποστόλων καί Προφητων, όντος άκρογωνιαίου Χριστού του Υίου αύτου, Βαλλομένην ώσπερ θαλαττίω κλύδωνι, κύμασιν άλλεπαλήλοις κορυφουμένω, έξ έπαχθεστάτης φοράς των πονηρων πνευμάτων κυκωμένην τέ καί ταραττομένην, καί τόν χιτώνα Χριστού τόν άνωθεν ύφαντόν, διαιρούμενον, όν άσεβων διελειν. ηύθαδιάσαντο παιδες, καί τό σώμα αύτου είς διαφόρους κατατομάς τεμνόμενον, ό έστιν ό του Θεου λόγος, καί ή της ‘Εκκλησίας άνωθεν κεκρατηκυια παράδοσις, ούκ εύλογον ήγησάμην σιγαν, καί δεσμά επιθείναι τη γλώσση τήν ήπειλημένην άπόφασιν ύφορώμενος, τήν φάσκουσαν» «έάν ύποστείλης, ούκ εύδοκεί έν σοί ή ψυχή μου» καί «έάν ίδης τήν ρομφαίαν έρχομένην, καί μή άναγγείλης τω αδελφώ σου, έκ σου έκζητήσω τό αίμα αύτου». – ‘Αγίου ‘Ιωάννου Δαμασκηνου (ΡG 94, 1232 Α).
        Συναισθανόμενοι τω όντι τήν άναξιότητά μας, παρακολουθώντας δ’ όμως τίς όσημέραι προδοσίες πού επιτελουνται άπό ύψηλά ίστάμενα έκκλησιαστικά πρόσωπα είς τήν περιοχή του δόγματος καί της εύσεβείας έπί έτη έτών, έξήγειρε τήν συνείδησίν μας. Τό κατ’ άρχάς άναμέναμε έπισκόπους νά ήγηθούν, του προκειμένου σταδίου πρός νομίμου άγώνος. Τουτο μή επισυμβαίνοντος ηύξανε τήν άγωνία άλλά καί τήν θλίψιν μας. «Πορθείται σύνολος ή των πατέρων διδασκαλία καί τά περί τήν πίστιν ναυάγια πυκνά, σιγα των εύσεβούντων τά στόματα» (Μεγάλου Βασιλείου ‘Επιστ. 92).    
        ‘Αλλ’ όμως άς θέσουμε τά πράγματα είς τήν σειράν τους:      
         
        Σεβασμιώτατε·
        Πολύς λόγος γίνεται περί του Οίκουμενισμου, όμιλούν περί αίρέσεως ή καί παναιρέσεως. Λέγει ό ‘Άγιος ‘Ιουστίνος Πόποβιτς: «‘Ο οίκουμενισμός είναι κοινόν όνομα διά τούς ψευδοχριστιανισμούς, δια τάς ψευδοεκκλησίας της Δυτικης Εύρώπης. Μέσα του εύρίσκεται ή καρδιά όλων των Εύρωπαϊκών ούμανισμων, μέ έπικεφαλης τόν Παπισμόν. Όλοι δέ αύτοί οί ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αί ψευδοεκκλησίαι, δέν είναι τίποτε άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως είς τήν άλλην αίρεσιν. Τό κοινόν εύαγγελικόν όνομά των είναι ή παναίρεσις». ‘Αγίου ‘Ιουστίνου Πόποβιτς « ’Η όρθόδοξος ‘Εκκλησία καί ό Οίκουμενισμός» (Σελίδα 224 – 1974).
        Αρχής γενομένης από τας αίρετικάς έγκυκλίους του 1902 καί 1904 του Πατριάρχου ‘Ιωακείμ Γ΄ ( ‘Ελευθεροτέκτονος του ίδίου ίδέ Μιχάλη Φυσεντζίδη « ‘Επιφανείς καί Διάσημοι Έλληνες ‘Ελευθεροτέκτονες – Τόμος Α΄ - Σελίδα 165), όπου όμιλεί διά «άναδενδράδας του Χριστιανισμου» άναφερόμενος είς τάς ψευδοεκκλησίας της Δύσεως. Τουτη ή στροφή του Οικουμενικού Πατριαρχείου ώς πρός τήν σύνολη πατερική παράδοσίν μας όπου θέλει τήν Δύση έκτός ‘Εκκλησίας είναι πρωτοφανής καί άπονενοημένη. Κατόπιν, σειράν έχει τό Διάγγελμα του Οίκουμενικού Πατριαρχείου «Πρός τάς άπανταχού ‘Εκκλησίας του Χριστου» του 1920. Όπου ή θεωρία των κλάδων διδάσκεται «γυμνή τη κεφαλη» θεωρώντας καί πάλιν, ώς άνωτέρω: «…… μή λογιζομένων άλλήλας ώς ξένας καί άλλοτρίας, άλλ’ ώς συγγενείς καί οίκείας έν Χριστω «καί συγκληρονόμους καί συσσώμους της έπαγγελίας του Θεου ‘εν Χριστω» καί συνεχίζει « ‘Η καθ’ ήμάς ‘Εκκλησία φρονει, ότι ή των διαφόρων Χριστιανικων ‘Εκκλησιων (ήτοι των έτεροδόξων) προσέγγισις καί κοινωνία ούκ άποκλείεται ύπό των ύφισταμένων μεταξύ αύτων δογματικων διαφορων ….». Τήν σκυτάλιν λαμβάνει τό «Πανορθόδοξο» Συνέδριο του 1923 έπί Οίκουμενικού Πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη (Μασόνου του ίδίου ίδέ Μιχάλη Φυσεντζίδη ένθα άνωτέρω – Σελίδα 173), τη αληθεία άντορθόδοξο τοιουτο, κατά τόν πολύ Κασσανδρείας Είρηναίο, πού άπεφάσισε μεταξύ των άλλων καί τήν άλλαγή του ημερολογίου πρός συνάντησιν μέ τήν Δύση. Τουτο έπραγματοποιήθη τό 1924 άνατρέποντας αίωνόβιον παράδοσιν καί διασπώντας τήν έορτολογική ένότητα άντικανονικώς καί μονομερώς είσαγόμενον.
        Καί ό κατήφορος συνεχίζεται μή εύρίσκοντος άναχώματα καί έμπόδια ώς πρός τήν καταστροφική πορεία του.
        Συμμετοχή είς το Π.Σ.Ε. (Παγκόσμιο Συμβούλιο ‘Εκκλησιών). Τας πανορθοδόξους συνόδους της Ρόδου όπου άπεφασίσθη ό έπί ίσοις όροις διαλόγους μέ τόν Παπισμό ήτοι ό άπεφθος χρυσός της ‘Ορθοδοξίας τίθεται είς τήν αύτήν τάξιν μέ τό κίβδηλον καί άγενές μέταλλον της Δύσεως, καί φθάνομεν ούτως είς τήν «άρσιν» των άναθεμάτων του 1965, χωρίς νά άρθούν τά αίτια πού προκάλεσαν τό σχίσμα (Filioqve, Πρωτειον, ‘Αλάθητον κ.ά.).
        ‘Αφου παραλείπομεν σωρείτην όλον άβαριών περί τήν πίστην έρχόμεθα είς τήν συμφωνία του Σαμπεζώ της Ελβετίας (1991) όπου ό μονοφυσιτισμός άναγνωρίζεται ώς ‘Εκκλησία καί τό Πατριαρχείο ‘Αντιοχείας βάσει αύτού ένώνεται μέ τούς Μονοφυσίτας (μυστιριακή διακοινωνία – intercommunion) καί ό ύπόλοιπος όρθόδοξος χριστιανικός κόσμος συνεχίζει νά έχει έκκλησιαστική κοινωνία μαζί τους ώς καί πρώτα (Ούτε γάτα ούτε ζημιά).
        ‘Η συμφωνία του Μπαλαμάντ του Λιβάνου (1993) όπου άναγνωρίζεται ό Παπισμός καί ή Ούνία ώς Έκκλησία μέ τά αύτά Μυστήρια, ‘Ιερωσύνη καί ‘Αποστολική διαδοχή ώς καί ή ‘Ορθόδοξος. ‘Επειδή όμοιάζουν άπίστευτα τά λεγόμενα άνασύρουμε έν απόσπασμα άπό τήν έν λόγω συμφωνία: «Καί άπό τίς δύο πλευρές άναγνωρίζεται ότι αύτό πού ό Χριστός ένεπιστεύθη στήν ‘Εκκλησία Του – όμολογία της άποστολικης πίστεως, συμμετοχή στά ίδια μυστήρια, πρό πάντων στή μοναδική ‘Ιερωσύνη πού τελεί τή μοναδική θυσία του Χριστου, άποστολική διαδοχή των επισκόπων – δέν δύναται νά θεωρείται ώς ιδιοκτησίας της μιάς καί μόνον άπό τίς ‘Εκκλησίες μας. Στά πλαίσια αύτά, είναι προφανές ότι κάθε είδους άναβαπτισμός άποκλείεται» (Περιοδικό ‘Επίσκεψις, Τεύχος 496 / 1993).
        Μία σειρά συμφωνιών Ραβέννας 2004, Porto Alegrο 2006, Bonsan 2013 όπου οί προδοσίες είναι του αύτου μεγέθους καί του αύτου μήκους κύματος μέ τίς άνωτέρω, έάν μή καί μεγαλύτερες.
        Είς τήν διάρρευσιν των τόσων δεκαετιών έχουμε συμμετοχή των προκαθημένων σέ λειτουργίες άμφοτέρωθεν των πλευρων καί μέ κοινό Ποτήριο (intercommunion – όρα Ραβέννα). Τό 2006 καί 2014 είς τό Φανάρι ίδιαίτερα όπου έχουμε άπαγγελία του Πάτερ ήμών ύπό του Πάπα, Λειτουργικούς άσπασμούς καί πάλιν άναγνώρισιν του Παπισμού ώς ‘Εκκλησία.
        Είς τήν θρονικήν έορτή του Φαναρίου (30-11-1998) ό Πατριάρχης Βαρθολομαίος, προσφωνών τήν Παπική άντιπροσωπίαν, έτόνισε τήν άνάγκην πλήρους ένώσεως μέ τά της Ρώμης. ‘Αναζητών έν συνεχεία τούς ύπαιτίους του σχίσματος θεωρεί συνυπευθύνους γι’ αύτό παπικούς καί όρθοδόξους, τονίζοντας ότι «ή μετάνοια ήμών διά τό παρελθόν είναι άπαραίτητος» προσέθεσε δέ καί κάτι πού ούδέποτε έτόλμησαν νά προφέρουν όρθόδοξα χείλη καί μάλιστα άρχιερατικά: «Οί κληροδοτήσαντες είς ήμάς τήν διάσπασιν προπάτορες ήμών, υπήρξαν άτυχή θύματα του άρχεκάκου όφεως καί ευρίσκονται ήδη είς χείρας του δικαιοκρίτου Θεού!!! (‘Εκκλ. Αλήθεια 16-12-1998).
        Συνεπώς κατ’ αύτόν όλοι οί Άγιοι Πατέρες άπό τήν έποχήν του τελικού σχίσματος (1054) μέχρι της σήμερον, οί άγωνισθέντες διά τήν παραμονήν της ‘Ορθοδοξίας είς τήν άλήθειαν καί άρνηθέντες τήν ύποταγήν της είς τήν παπικήν αίρεσιν ύπήρξαν θύματα του Διαβόλου!
        Γιά νά συγκεντρωθούν όλα όσα είπώθησαν, έγράφησαν και έπράχθησαν, πέραν κάθε ύπερβολής, χρειάζεται έκδόσεως πολυσέλιδου βιβλίου (Τόμου).
        ‘Ημείς ένταύθα θά σταθούμε στήν κορύφωση του κακού (κερασάκι της τούρτας) τήν συνοδική πλέον άναγνώριση των αίρέσεων ώς έκκλησίες, ένθα καί έστάθη ή σταγών έκείνη όπου τό ποτήριον ύπερχείλησε. Τό ποτήριον λέγομεν τό της συνειδήσεώς μας, πού παρακολουθώντας τά γενόμενα κατέστη άδύνατον πλέον να το φέρη άνευ έμπρακτου έξωτερικεύσεως της. « … δι’ Οίκουμενικής Συνόδου ή ‘Ορθοδοξία θά καταργηθη» κατά τήν πρόρρησιν του Φλαμιάτου.
        ‘Ας δούμε τί άπεφάσισε ή περί ής ό λόγος περιλάλητη «’Αγία και Μεγάλη Σύνοδος». ‘Υπήρξε πράγματι «όνομα και πράγμα» ή διέψευσε ήμας καί τόν έαυτόν της;
        Πολλές οί μελέτες αίτινες έχουν δει τό φως της δημοσιότητας καί όμιλούν γιά παταγώδη άποτυχία της έν λόγω Συνόδου (Κολυμπαρίου) πού δέν είναι:
        ΟΥΤΕ άγία, ΟΥΤΕ μεγάλη, ΟΥΤΕ σύνοδος.
        ‘Εδώ βεβαίως δέν θά άναπτύξουμε όλη τήν επιχειρηματολογία περί της άπορρίψεώς της. Παρά ταυτα. Δέν συμμετείχον τέσσερεις έκκλησίες, τό Πατριαρχείο ‘Αντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας. Συνεπώς ή άρχή της όμοφωνίας πήγε περίπατο.
        Προφανως έχαρακτηρίσθη ώς σύνοδος των προκαθημένων, μιάς καί ψήφον είχον μόνον τούτοι. Μας έχει συνηθίσει λοιπόν ό Οίκουμενισμός νά μας ξαφνιάζει ώς πρός τίς μεθόδους καί τίς πρακτικές του, άλλά τουτο είναι «άνω ποταμών».
        Έχομεν έπισκόπους τριών ταχυτήτων. Οί έπίσκοποι οί όποίοι δέν είχον τήν εύκαιρία νά παρευρεθούν είς τήν σύνοδον καί βεβαίως ούτε νά ψηφίζουν. ‘Αλλοι έξ αύτων παρευρέθησαν έν τουτοις άνευ δυνατότητας ψήφου, δίκην γλάστρας, καί τρίτον οί προκαθήμενοι. Καταργώντας αίωνόβια πράξιν της έκκλησίας μας πού θέλει όλους τούς έπισκόπους να ψηφίζουν. Συνεπώς ίσχύει τό παπικής προελεύσεως καί έμπνεύσεως ότι ό προκαθήμενος δέν είναι «primus inter pares = πρώτος μεταξύ ίσων» άλλά «primus sine paribus = πρώτος άνευ ίσων».
        ‘Ως πρός τίς άποφάσεις της τυγχάνουν, πέραν κάθε άμφισβητήσεως, άντορθόδοξες.
        ‘Ημείς πιστοί είς τό ότι δέν θά άναπτύξουμε όλες τίς άποφάσεις της θ’ άρκεσθούμε μόνο είς τήν προκαλέσασα τήν μεγαλυτέραν άναστάτωσιν (ντόρον). Πρόκειται περί της περιωνύμου έκτης παραγράφου (Σχέσεις της ‘Ορθοδόξου ‘Εκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον), όπου (θά χρησιμοποιήσουμε άπόσπασμα αύτολεξεί έκ κειμένου του Μητροπολίτου Καλαβρύτων καί Αίγιαλείας κ. ‘Αμβροσίου): «Ναι, στήν Κρήτη γιά πρώτη φορά οί διάφορες χριστιανικές ‘Ομολογίες ένδύονται τόν μανδύα της έκκλησιαστικότητας! ‘Υπερίσχυσε δηλαδή περιληφθέν στό άρθρο 6 του κειμένου του Σαμπεζώ «’Η Όρθόδοξη ‘Εκκλησία άναγνωρίζει τήν ίστορική ύπαρξιν (είς τό τελικό κείμενο περιέχει τήν λέξιν όνομασίαν) άλλων Χριστιανικών ‘Εκκλησιών καί Ομολογιών μή εύριπομένων έν κοινωνία μέτ’ αύτής» (έκ του: «’Η μεγάλη σύνοδος της Κρήτης έπλήγωσε τό σώμα της ‘Ορθοδοξίας»). Τουτη τήν άπόφαση δέν τήν ύπέγραψαν ούκ όλίγοι έπίσκοποι μεταξύ των όποίων ό σεβασμιώτατος ‘Ιερόθεος Βλάχος, ο Μπάτσκας Είρηναίος Μπούλοβιτς καί όπως αποκαλύπτει ό ίδιος οί περισσότεροι έκ της άντιπροσωπείας της ‘Εκκλησίας του, τέσσερεις άρχιερείς της Κύπρου, άσχετα έάν στά πρακτικά δέν φαίνεται τουτο. Τί σημασία έχει αύτό άλλωστε γιά τόν Οίκουμενισμό καί τούς φορείς του (δεν ίδρώνει τό αύτί τους). Καί οί τέσσερεις ‘Εκκλησίες πού δέν προσήλθαν (λέγει ό Μητροπολίτης Μπάτσκας Είρηναίος: «’Ας μή απατώμεθα ή κρυπτώμεθα:  «τό προβληματικόν τουτο κείμενον είναι ή πρώτη καί κύρια αίτία της άρνήσεως των τεσσάρων ‘Ορθοδόξων Πατριαρχείων νά συμμετάσχουν είς τήν Σύνοδον» είς τό «διατί δεν ύπέγραψα» κείμενό του).
        Όσον άναφορά τήν ‘Ελλαδική ‘Εκκλησία καίτοι ή ‘Ιερά Σύνοδος του Μαΐου 2016 είχε πάρει άλλες άποφάσεις έντούτοις ή άντιπροσωπεία μέ τόν προκαθήμενο δέν τίς τήρησε (έγένοντο μαγειρέματα» όπως προσφυώς λέγεται). Τό ότι οί άποφάσεις έγένοντο δεκτές τουτο προκύπτει άπό τήν είσήγησιν είς τήν ‘Ιεραρχία του σεβασμιωτάτου Σερρών Θεολόγου ού μήν άλλά καί άπό τήν έγκύκλιο πού άπεστάλλη πρός τόν λαό. («Γιά τήν Άγια καί Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης» ‘Ιανουάριος 2017).
        Τούτων ούτως εχόντων, Σεβασμιώτατε·
        Μετά έμπόνου προσευχής καί καταλλήλου προετοιμασίας προβαίνουμε είς τό μόνον σωτήριον διάβημα πού μας άπομένει έφ’ όσον καί καθ’ όσον ύμείς άπρακτειτε καί κωφεύεσθαι είς τας τόσας φωνάς πού έξέρχονται έφ’ όλον των σημείων του ορίζοντος καί βοούν καί λέγουν ή σύνοδος αύτή υπήρξε άντορθόδοξος καίτοι έπροβλήθη ώς όρθόδοξος καί πανορθόδοξος.
        Προβαίνουμε λοιπόν, είς αύτό πού έντέλλονται οί ίεροί κανόνες της ‘Ορθοδόξου ‘Εκκλησίας ΙΕ΄ της Α – Β Συνόδου καί ό ΛΑ΄ ‘Αποστολικός είς τήν διακοπήν άπάσης έκκλησιαστικής κοινωνίας μέθ’ ύμων και μέθ’ όλων των έχόντων κοινωνία μαζί σας, στοιχούμενοι τή έκκλησιαστική πράξει «ό κοινωνών άκοινωνήτω άκοινώνητος έσται» άποφεύγοντας ούτω των μολυσμάτων έκ της κοινωνίας της αίρέσεως. Παύουμε λοιπόν τό μνημόσυνον σας είς τάς ίεράς άκολουθίας, πολλού γε καί δή είς τάς ‘Ιεράς Λειτουργίας.
        ‘Εδώ χρήζει νά δώσουμε όρισμένες έξηγήσεις:
  1. Δέν φρονούμε Άκυρα – ‘Ανυπόστατα Μυστήρια ήτοι δέν ταυτίζουμε τόν μολυσμόν μέ τά Άκυρα Μυστήρια. Ήτοι δέν πιστεύουμε ότι έξέλιπε ή Χάρις έκ των Μυστηρίων άλλ’ ότι είς τούς έν γνώσει μεταλαμβάνοντας άποβαίνει είς κρίμα καί κατάκριμα (ίδετε παράδειγμα ‘Ιούδα).
  2. Δέν είσερχόμεθα είς παρατάξεις Παλαιοημερολογιτών (Γ.Ο.Χ.) ή δέν δημιουργούμε άλλη νέα. Συνεπώς δέν δημιουργούμε σχίσμα.
  3. Θά μνημονεύεται Πάσης ‘Επισκοπής ‘Ορθόδοξου …., ή θά παρέρχεται άνευ ούδεμίας προσφωνήσεως.
  4. ‘Η όποια κανονική έπιτίμηση καί έάν μας επιβληθεί είναι αύτονόητο πώς είναι άνευ κύρους καί ίσχύος διότι ό λόγος πού διακόπτουμε της μεθ’ ύμών κοινωνία είναι θέμα πίστεως καί μόνον.  
        Διά του λόγου τό άσφαλές θά καταγράψουμε παρακάτω τό του άφορόντος ήμάς τμημα του κανόνος (ΙΕ΄) όπου διακελεύει: «…. Οί γάρ δι’ αίρεσιν τινα παρά των ‘Αγίων Συνόδων, ή Πατέρων, κατεγνωσμένην, της πρός τόν πρόεδρον κοινωνίας έαυτούς διαστέλλοντες, έκείνου δηλονότι τήν αίρεσιν δημοσία κηρύττοντας, καί γυμνή τη κεφαλη έπ’ ‘Εκκλησίας διδάσκοντος, οί τοιουτοι ού μόνον τη κανονικη έπιτιμήσει ούχ ύπόκεινται προ συνοδικής διαγνώσεως έαυτούς της πρός τόν καλούμενον. ‘Επίσκοπον κοινωνίαν άποτειχίζοντες, άλλά καί της πρεπούσης τιμής τοις όρθοδόξοις άξιωθήσονται. Ού γάρ έπισκόπων, άλλά ψευδεπισκόπων καί ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσον, καί ού σχίσματι τήν ένωσιν της ‘Εκκλησίας κατέτεμον, άλλά σχισμάτων καί μερισμών τήν ‘Εκκλησίαν έσπούδασαν ΄ρύσασθαι».
        Σαφέστατα άναφέρεται ότι ού μόνον τη κανονικη έπιτιμήσει ούχ ύπόκεινται πρό συνοδικής καί τά έξής άλλά καί ώς ‘Ορθόδοξος πρέπει νά τιμηθούν οί τοιουτοι άφού σπουδάζουν νά έλευθερώσουν τήν ‘Εκκλησία άπό τα σχίσματα πού είσαγάγει ό Αίρετικός.
     Συνεπώς δέν θά ληφθεί ύπ’ όψιν οίαδήποτε κανονική επιτίμηση καί έάν μας έπιβληθεί διότι θά είναι άνομος καί παράνομος. Πρός τουτοις, θά συνεχίσει ή τέλεσις της Θείας Λειτουργίας ώς και πρώτα καί τολμώντες λέγομεν, Χάριτι Χριστού, μέ άναπεταμένα τά φτερά της συνειδήσεώς μας ότι έπιτελούμε χρέος καθηκόντως καί έπιτακτικως.
        Είς τήν τυχούσαν ένστασιν ότι ‘Υμείς δέν είσθαι αίρετικός, τό τοιουτον χρήζει έρεύνης, είναι ζητούμενον δέν είναι δεδομένο. Γνωστού όντος ότι συμμετείχατε είς τήν σύνοδον της Κρήτης έν τουτοις, καίτοι διέρρευσαν δώδεκα όλοι μήνες, ούδέν έποιήσατε, ούδέν έλαλήσατε, ούδέν έγράψατε. (Άκρα του τάφου σιωπή!!!).
        Τουτο μέν θά πρέπει πρώτον, δημοσίως καί ουχί κατ’ ίδίαν, νά διακηρύξετε, συμφωνείται μέ τήν έκτη παράγραφο ότι οί έτερόδοξοι είναι ‘Εκκλησίες ή όχι; Τουτο δέ νά παύσητε τό μνημόσυνο του Πατριάρχου Βαρθολομαίου ώς αίρεσιάρχου καί των κοινωνούντων αύτω. Διότι άποτελεί άξίωμα είς τήν ‘Εκκλησία μας ότι ό «κοινωνών ακοινωνήτω» καθιστα τόν έαυτό του άκοινώνητο.
        Θέλετε άποδείξεις διά νά μήν όμιλούμε έκ κοιλίας; Θά τίς έχετε:
  • «…. Πλήν μολυσμόν έχει ή κοινωνίαν έκ μόνου του άναφέρειν κάν ‘Ορθόδοξος είη ό αναφέρων» ‘Οσίου Θεοδώρου Στουδίτου ΡG 99, 1669 Α.
  • «…. ‘Εχθρούς γάρ Θεού ό Χρυσόστομος ού μόνον τούς αίρετικούς άλλά καί τοις τούς τοιούτοις μεγάλη καί πολλή τη φωνη απεφήνατο», του ίδίου ΡG 99, 200.
  • “…. Οί μέν τέλεον περί τήν πίστιν έναυάγησαν οί δέ εί καί τοις λογισμοις ού κατεμποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αίρέσεως συνόλλυνται», του ίδίου ΡG 99, 1164 Α.
  • «…. ‘Επισκήπτομαι πάσι τοις έν τη Κύπρω λαϊκοις, όσοι της καθολικής ‘Εκκλησίας έστε τέκνα γνήσια, φεύγειν όλω ποδί άπό των ύποπεσόντων ίερέων τη λατινικη ύποταγή καί μηδέ είς έκκλησίας τουτοις συνάγεσθαι μηδέ εύλογίαν έκ των χειρών αύτών λαμβάνειν τήν τυχούσαν κρεισσον γάρ έστίν έν τοις οίκοις ύμών τω Θεω προσεύχεσθαι κατά μόνας, ή έπ’ έκκλησίας συνάγεσθαι μετά λατινοφρόνων είδ’ ούν τήν αύτήν αύτοις ύφέζεται κόλασιν», Άγιος Γερμανός ό νέος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως έντός των ‘Απάντων ‘Ιωσήφ Βρυεννίου. Τά Εύρεθέντα Β΄ Τόμος σελίδα 26.
        Διακρίνεται πώς ύπάρχει άλλη δυνατότητα; Βεβαίως όχι. ‘Ελπίζουμε καί εύχόμεθα τά κρείττονα, νά πρυτανεύση ή σύνεσης, ή περίσκεψης ή άνωθεν κατεχομένη. ‘Όχι δέν μισούμε τά πρόσωπα, έξ άγάπης όρμώμεθα καί μόνον.
        «’Εστι γάρ καί κακή όμόνοια, έστι καί καλή διαφωνία. Και γάρ οί τόν πύργον οίκοδομούντες ώμονόησαν έπί κακω τω έαυτων, και οί αύτοί ούτοι πάλιν άκοντες μέν, έπί συμφέροντι δ’ όμως, έσχίσθησαν».
        Έστι ούν σχισθήναι καλως, καί έστι όμονοήσαι κακως. ‘Εάν ό όφθαλμός σου σκανδαλίζει σε, έκκοψον αύτόν. ‘Εάν ό πούς σου έκτεμε αύτόν’’. ‘Είδε άπό μέλους άποσχίζεσθαι χρή, κακώς συνημμένου, ού πολλω μάλλον άπό φίλων κακως ήνωμένων ήμιν; Ώστε ού πανταχου όμόνοια καλόν, ούδέ πανταχού διάστασις κανόν». ‘Ιερού Χρυσοστόμου όμιλ. νζ΄ είς τό κατά ‘Ιωάννην.
        Άλλωστε φύλαξ της πίστεως, κατά τήν έγκύκλιον του 1848 είναι αύτός τουτος ό λαός.
        «Ούκ άρνησόμεθά σε, φίλη όρθοδοξία, ού ψευσόμεθά σε, πατροπαράδοτον σέβας ούκ άφιστάμεθά σου μήτερ εύσέβεια έν σοί έγεννήθημεν καί σοί ζώμεν, καί έν σοί κοιμηθησόμεθα, εί δέ καλέσει καιρός, καί μυριάκις ύπέρ σου τεθνηζόμεθα των του Χριστού άποστόλων έσμέν μαθηταί των λεγόντων «ό τοις άκοινωνήτοις κοινωνων, καί αύτός άκοινώνητος, καί εί τίς άκοινωνήτω, κάν έν οίκω συνεύξηται, καί ούτος αφοριζέσθω». ‘Ιωσήφ Βρυεννίου «Τά εύρεθέντα» Τόμος Β΄ σελίδα 28.    
        Είθε ή ‘Εκκλησία καί πάλιν νά άπολαύση τήν άπολεσθείσα είρήνη της έκ του των Πατρός των Φώτων
        και διασκεδάσει Κύριος τας Βουλάς των εχθρών της ‘Εκκλησίας Του.
Αμήν Γένοιτο!

Τζούρας Φώτιος
Ιερέας
(συνυπογράφουν)
Σαλονικίδης Κωνσταντίνος
Ιεροψάλτης
Παρασκευόπουλος Θεοφάνης
Επίτροπος
Μαυρίδης Βασίλειος
Θεολόγος